Chocolat: η Κλερ Ντενί ονειρεύτηκε την Αφρική
Το Chocolat της σπουδαίας Κλερ Ντενί παραμένει η καλύτερη κινηματογραφική αποτύπωση της απεραντοσύνης και της κάψας της αφρικανικής ηπείρου.
Μια νοητή γραμμή που απομακρύνεται όσο την προσεγγίζεις. Αυτό είναι ο ορίζοντας της Αφρικής για τη μικρή Φρανς, όπως τον περιγράφει ο πατέρας της, διορισμένος Γάλλος αξιωματούχος στο Καμερούν κατά τα χρόνια της παρακμής της αποικιοκρατίας. Αυτός, όμως, είναι και ορίζοντας του σινεμά της Κλερ Ντενί, ατέρμονος, μυστηριώδης, ελλειπτικός και πολυδιάστατος, ένας ορίζοντας του οποίου η ανατολή φάνηκε με το Chocolat το 1988, μια κατά βάση αυτοβιογραφική ταινία για τα παιδικά χρόνια της σκηνοθέτη στη Μαύρη Ήπειρο την ίδια περίοδο, η οποία αποκάλυψε για πρώτη φορά ένα ιμπρεσιονιστικό σινεμά που έκτοτε αγκαλιάζει και στοιχειώνει τις αισθήσεις με τον τρόπο που η ατμόσφαιρα της Αφρικής μαγεύει και υπνωτίζει κατοίκους, τουρίστες και ταξιδιώτες μαζί.
Με αυτές τις τρεις ιδιότητες, συγκεχυμένες αλλά και άρρητα μπλεγμένες μεταξύ τους, επισκέπτεται, στην αρχή της ταινίας, η μεγάλη σε ηλικία πια Φρανς τα μέρη όπου μεγάλωσε,. Οι μνήμες των παιδικών της χρόνων αναφύονται σταδιακά και αναδύονται ως κυρίαρχες μορφές η μητέρα της, Εμέ, και ο μαύρος οικακός υπηρέτης και μοναδικός φίλος του κοριτσιού, Προτέ. Σε έναν κόσμο που η αποικιοκρατία πνέει τα λοίσθια, η απομονωμένη έπαυλη του πατέρα της Φρανς θα γίνει το πεδίο όπου οι αναμνήσεις, εξ ορισμού κατακερματισμένες σε μια αφήγηση που αποτυπώνει τις προσωπικές εντυπώσεις, θα σκιαγραφήσουν την ευρωπαϊκή υπεροψία, την καταπίεση, αλλά και την αίσθηση μιας ανέστιας μοναχικότητας στη μέση του πουθενά, εκεί όπου βασιλεύουν η σιωπή και η απεραντοσύνη ενός τοπίου που αποκαλύπτει στον άνθρωπο τη μηδαμινότητά του.
Η Ντενί δεν ενδιαφέρεται για μια καρτποσταλική πλανοθεσία των εύκολων αισθητικών απολαύσεων ή για μια επεξηγηματική δραματουργία των εύπεπτων και απλοϊκών μηνυμάτων. Αντιθέτως, καταφέρνει να αποτυπώσει παγιωμένες εξουσιαστικές δομές αιώνων μέσα από τα μάτια ενός μικρού κοριτσιού, πότε ως παιχνίδι και πότε ως σημεία ενός ακατάληπτου και παράξενου κόσμου, που οδηγείται στη νομοτελειακή του εξαφάνιση. Δημιουργεί συναισθηματικά τοπία που αντικατοπτρίζονται σε ένα περιβάλλον άγριο και αφιλόξενο που σαγηνεύει αλλά δεν αποκωδικοποιείται. Χτίζει μεθοδικά την ένταση, πολιτική ανάμεσα σε ιθαγενείς και ξένους, υπαρξιακή ανάμεσα στις επιθυμίες και την πραγματοποίησή τους, ερωτική ανάμεσα σε σώματα που υπαγορεύουν τις δικές τους επιθυμίες.
Το πανέμορφο και σμιλεμένο σώμα του Προτέ, άλλωστε, είναι εκείνο που θα ερωτευτεί όχι μόνο η κάμερα της Ντενί (και κατ’ επέκταση ο θεατής), αλλά και η Εμέ (αγαπημένη στα γαλλικά, εμφανής η ειρωνεία), η μητέρα της μικρής Φρανς, η σχέση τους όμως είναι a priori καταδικασμένη να μην εκδηλωθεί ποτέ (να ευοδωθεί ούτε λόγος), παρά μόνο μέσα από βλέμματα και υπεκφυγές, για να καταλήξει στο τέλος σε μια σαδομαζοχιστική επίδειξη δύναμης του ιστορικά ισχυρότερου. Είναι, όμως, και οι δύο το ίδιο εξόριστοι και χαμένοι: η πρώτη ως γυναίκα σε ένα πάσης φύσεως άνυδρο τοπίο και ο δεύτερος ως εξευρωπαϊσμένος υπηρέτης που έχει απαρνηθεί την κουλτούρα του για να υποταχθεί σε ένα περιβάλλον που δεν μπορεί ποτέ να τον δεχθεί ως ισότιμο.
Και κάπως έτσι, η ενήλικη πλέον φιγούρα τη Φρανς θα κλείσει την ταινία χωρίς καμία απάντηση στα ερωτήματά της, με την ίδια αίσθηση της αποξένωσης να την κατατρύχει. Η Κλερ Ντενί θα επέστρεφε στην ήπειρο που μεγάλωσε χρόνια αργότερα με το επίσης εξαιρετικό White Material (και την Ιζαμπέλ Ιπέρ εξίσου απροσπέλαστη με την Αφρική), θα αρκούσε όμως το σκηνοθετικό της ντεμπούτο για να καταδείξει ότι κάποια μέρη δεν παύεις ποτέ να τα ονειρεύεσαι.
H ταινία Σοκολάτα είναι διαθέσιμη online στο Cinobo