Γιατί Nimic στα ρουμάνικα σημαίνει τίποτα. Αλλά μπορεί να σημαίνει και οτιδήποτε
H μικρού μήκους έκπληξη που κανείς δεν περίμενε από τον Λάνθιμο το 2019
Nimic στα ρουμάνικα σημαίνει τίποτα. Αλλά μπορεί να σημαίνει και οτιδήποτε. Προέρχεται από τη λατινική λέξη nemica, που στα μεταγενέστερα ιταλικά κατέληξε να σημαίνει (η) εχθρός, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και αναγραμματισμό του cinema. Όλα τα παραπάνω ίσως να μην έχουν καμία σημασία, αλλά όταν εισέρχεσαι στο σύμπαν του Γιώργου Λάνθιμου τελικά μάλλον έχουν. Γιατί οι ερωτήσεις και η πολλαπλότητα των ερμηνειών και των απαντήσεων ξεκινούν από τον τίτλο και παραμένουν μετά τα μόλις δώδεκα λεπτά (και αυτής) της ταινίας.
Το Nimic ήταν η μικρού μήκους έκπληξη που κανείς δεν περίμενε από τον Έλληνα σκηνοθέτη το 2019, όταν ανακοινώθηκε ότι θα προβληθεί στο φεστιβάλ του Λοκάρνο, λίγους μήνες μετά το επιστέγασμα της σαρωτικής επιτυχίας της Ευνοούμενης με τις δέκα οσκαρικές υποψηφιότητες. Σηματοδότησε την πέμπτη κινηματογραφική του συνάντηση με τον Ευθύμη Φιλίππου, τον σεναριογράφο με τον οποίο έγιναν οι πρωτεργάτες αυτού που ονομάστηκε greek weird cinema και το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε παρά κατέχει τη δικαιωματική θέση του τόσο στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, όσο και στη φιλμογραφία του δημιουργού της.
Γυρισμένο στην περιοχή Ρόμα της Πόλης του Μεξικού (ναι, στα ίδια μέρη με την ταινία του Κουαρόν), αυτό το κρυπτικό αίνιγμα ξεκινά με τις εικόνες μιας τυπικής, όσο και συμβατικής οικογενειακής ευτυχίας και γαλήνης κι ενός άνδρα που κοιμάται στο συζυγικό κρεβάτι, ξυπνά και ετοιμάζει πρωινό για την οικογένειά του. Πηγαίνει στις πρόβες της ορχήστρας, όπου παίζει τσέλο. Στο μετρό της επιστροφής, όμως, έρχεται αντιμέτωπος με το αλλόκοτο και τον παραλογισμό στη μορφή μιας νεότερης του γυναίκας, η οποία όχι μόνο απαντά στην ερώτησή του για την ώρα επαναλαμβάνοντας τα ίδια λόγια, αλλά και τον ακολουθεί στο σπίτι του. Τα όσα ακολουθήσουν θα είναι κωμικά και τρομακτικά μαζί, σουρεαλιστικά και ανοικτά σε οικείους φόβους και ανοίκειους εφιάλτες. Με μία λέξη, λανθιμικά.
Είναι γνωστό πλέον σε όλους ότι πολύ πριν από τη διεθνή σταδιοδρομία, την οσκαρική καταξίωση, τις φεστιβαλικές διακρίσεις και αυτό τον μοναδικό τρόπο κινηματογράφησης που έκανε το επώνυμό του επιθετικό προσδιορισμό ο Γιώργος Λάνθιμος ξεκίνησε την καριέρα του σκηνοθετώντας βίντεο κλιπ και διαφημίσεις. Σ’ αυτές τις ασκήσεις στη μικρή φόρμα και στην ανάγκη για αφηγηματική σύμπτυξη και εικονοκλαστική δύναμη μέσα σε περιορισμένο χρονικό διάστημα μπορεί κανείς να βρει τα πρώτα δείγματα της ιδιαιτερότητας της σκηνοθετικής ματιάς του.
Εδώ, όμως, σ’ αυτή τη δεύτερη αφηγηματική μικρού μήκους ταινία του (μετά το Necktie, που γυρίστηκε το 2013 για τα 70 χρόνια του φεστιβάλ της Βενετίας και στο πλαίσιο του επετειακού και συλλογικού “Venezia 70 – Future Reloaded” με 70 σκηνοθέτες απ’ όλο τον κόσμο), ο σκηνοθέτης βρίσκεται πλέον στην ωριμότητα του και κατέχει πλήρως όλα τα τεχνικά κι αισθητικά μέσα για να μεταδώσει μέσα σε δώδεκα λεπτά ακόμα ένα ολοκληρωμένο απόσταγμα της κοσμοθεωρίας του και της οπτικής του γλώσσας.
Οι υπερευρυγώνιοι φακοί και οι απειλητικές ατονικότητες της μουσικής του Μπέντζαμιν Μπρίτεν, οι παγωμένες μη-ερμηνείες και η ουδετερότητα της εκφοράς του λόγου, οι απροσδόκητες στιχομυθίες και η εγγενής παράνοια μιας συνθήκης που μοιάζει βγαλμένη από τις σελίδες του Σαραμάγκου συνθέτουν έναν κόσμο στο οποίο το γνώριμο και η καθημερινότητα γίνονται ο μεγαλύτερος κίνδυνος και η ταυτότητα δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια αναλώσιμη διαδοχή μιμήσεων και ρόλων, μια χωρίς νόημα επανάληψη των ίδιων μηχανικών κινήσεων.
Εκεί που ο Χάνεκε θα έκανε με τα ίδια υλικά ένα σχόλιο για τη βία, ο Λάνθιμος χαρίζει στην «Μίμο» του ένα αλλόφρον χαμόγελο και κλείνει αυτή την ολιγόλεπτη σπουδή στην αμηχανία χωρίς καμία απάντηση. Γιατί καμία φορά ακόμα και η ερώτηση τι ώρα είναι μπορεί να ανοίξει την πύλη προς την άβυσσο. Γιατί Nimic, που είναι και παρήχηση του Mimic, στα ρουμάνικα σημαίνει τίποτα. Αλλά μπορεί να σημαίνει και οτιδήποτε.
H ταινία «Nimic» είναι διαθέσιμη στο Cinobo