«Αρχική έμπνευση για την ιστορία ήταν ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Γουίλιαμ Φώκνερ, Ο Ξένος στο Χώμα, σχετικά με το πώς κάποιοι άνθρωποι μπορούν να υπομείνουν τη δουλεία, μα κανείς δεν μπορεί να αντέξει την ελευθερία. Η ιδέα της ελευθερίας ως βάρος ήταν το πιο σημαντικό θέμα για μένα όσο δούλευα την ταινία. Αναπόφευκτα, η ίδια ιδέα με οδήγησε να σκεφτώ το βάρος της μνήμης και τη σχέση μεταξύ των δύο. Είναι δυνατόν να αντέξεις την ελευθερία από τη μνήμη;
Στράφηκα στο δικό μου φορτίο μνήμης, το οποίο περιλάμβανε ένα γεγονός που ήταν μεταμορφωτικό και τραυματικό για μένα και για πολλούς άλλους. Το αποτέλεσμα ήταν μια ιστορία ανθρώπων που το έζησαν και πολλά χρόνια αργότερα προσπαθούν να συμβιβαστούν με το τραύμα που τους προκάλεσε. Ο κόσμος γύρω τους εξακολουθεί να είναι σημαδεμένος από αυτό, και έχουν σπάσει οι ίδιοι με τρόπο που υπαγορεύει όλες τις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη αυτής της οικογένειας. Η προσπάθεια λήθης και αυτοσυντήρησης συνεπάγεται μια πράξη βίας ενάντια στην ανθρώπινη βούληση, η οποία -όλως παραδόξως- είναι ταυτόχρονα και πράξη αγάπης.»
Ο Βόρειος Καύκασος είναι μια περιοχή της Ρωσικής Ομοσπονδίας που περιλαμβάνει επτά δημοκρατίες: την Αντιγκέα, την Καρατσάι-Τσερκεσία, την Καμπαρντίνο-Μπαλκαρία, τη Βόρεια Οσετία-Αλανία (όπου εκτυλίσσεται το «Ξεσφίγγοντας τις Γροθιές»), την Ινγκουσετία, την Τσετσενία και το Νταγκεστάν. Η περιοχή βρίσκεται μεταξύ της Ρωσίας και των χωρών του Νοτίου Καυκάσου, των οποίων η ενσωμάτωση στη Ρωσική Αυτοκρατορία οδήγησε στην κατάκτηση του Βόρειου Καυκάσου στον Καυκάσιο Πόλεμο (1817–1864). Μπορεί να τελείωσε πριν από 150 χρόνια, αλλά τα αποτελέσματα αυτού του πολέμου εξακολουθούν να είναι αισθητά: ο απόηχος δύο πολέμων της Τσετσενίας που διήρκεσαν από το 1994 έως το 2009 αντήχησε στον Καύκασο, αλλά και σε ολόκληρη τη Ρωσία. Η μικρή πόλη Μιζούρ απέχει από την πρωτεύουσα της Τσετσενίας, Γκρόζνι, μόλις 178 χιλιόμετρα.