Επιστρατεύοντας ένα καστ γεμάτο δυνατά ονόματα (Ντάγκλας Μπουθ, Σίρσα Ρόναν, Κρις Ο’Ντάουντ, Χέλεν ΜακΡόρι), το Loving Vincent γυρίστηκε με έναν ανορθόδοξο τρόπο. Αρχικά, κινηματογραφήθηκε εξ ολοκλήρου ως live action ταινία, με τους ηθοποιούς να παίζουν μπροστά σε πράσινες οθόνες και ειδικά διαμορφωμένα στούντιο που προσομοίαζαν τους πίνακες του Βαν Γκογκ και στη συνέχεια, το υλικό δόθηκε στους ζωγράφους που θα δημιουργούσαν τα καρέ-ελαιογραφίες. Πάνω από 150 καλλιτέχνες εργάστηκαν για χρόνια στην υλοποίηση του πρότζεκτ, ενώ πολλοί εξ αυτών ήταν και Έλληνες, καθώς ένα από τα υπερ-ατελιέ της παραγωγής βρισκόταν στη χώρα μας.
Με την ολοκλήρωσή του, η δημιουργική ομάδα του Loving Vincent δεν παρέδωσε μόνο ένα ανεπανάληπτο κινηματογραφικό επίτευγμα (και μόνο ο χρόνος, η λεπτομέρεια και η αγάπη στο έργο του Ολλανδού είναι αρκετά για να μας συγκινήσουν), αλλά και μια πρωτοφανή, διακειμενική επανεκτίμηση του έργου του Βαν Γκογκ. Βλέποντας τουλάχιστον 93 από τους γνωστότερους πίνακές του να αποκτούν ζωή και κίνηση, αυτό που τελικά διαπιστώνει κανείς είναι ότι ήταν ζωντανοί πάντα και ότι η κίνηση ήταν πάντα εγγενώς εγγεγραμμένη στις πινελιές του μεταϊμπρεσιονιστή, που έμοιαζαν να θέλουν να ξεφύγουν από τα στενά πλαίσια των καμβάδων.