«7 Λεπτά Ψυχής»: Ο Σπύρος Λούης και η μοναξιά του δρομέα μεγάλων αποστάσεων
Ο Πάνος Βλάχος ερευνά με επιμονή τον θρυλικό μαραθώνιο του Σπύρου Λούη μέσα από ένα ξεχωριστό ντοκιμαντέρ που παρουσιάζει το Cinobo.
Έχει ενδιαφέρον πως για τα πιο λαοφιλή σπορ στην Ελλάδα, ελάχιστοι άνθρωποι γνωρίζουν τα ονόματα των πρώτων ανθρώπων που συνδέθηκαν με αυτά. Λίγοι ιστοριοδίφες μπορούν να αναφέρουν τους πρώτους άσους του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού στο ποδόσφαιρο ή την πεντάδα του Πανελληνίου που σάρωνε τα ευρωπαϊκά τουρνουά τη δεκαετία του ‘50 στο μπάσκετ, παρά το ότι οι ίδιες οι ομάδες προτάσσουν σε κάθε ευκαιρία το μεγαλείο της ιστορίας τους. Είναι δύσκολη όμως η ιστορία για ανθρώπους που ζουν στο τώρα και δένονται με έναν σύλλογο είτε για να ψυχαγωγηθούν είτε για να αθληθούν – στην καλύτερη να ακούσουν κάποιες ανεκδοτολογικές αφηγήσεις.
Ο Σπύρος Λούης όμως είναι γνωστός σε πολύ περισσότερους. Σίγουρα όχι λόγω του ΟΑΚΑ (πρέπει να είναι μετρημένοι όσοι το αποκαλούν «Σπύρος Λούης») και μάλλον όχι γιατί ο κλασικός αθλητισμός και η ιστορία του είναι υπερβολικά δημοφιλείς. Θριαμβευτής σε αθλητικό γεγονός του 19ου αιώνα, συστήθηκε στις μεταπολεμικές γενιές ως κάτι μυθικό. Ο πρώτος νικητής του πρώτου σύγχρονου μαραθωνίου των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Διαγωνίστηκαν κι άλλοι στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, σε αθλήματα που συνδέουν το γεγονός με τους αρχαίους αγώνες, όμως ο μαραθώνιος έρχονταν σε απευθείας σύνδεση με ιστορική μάχη και η νίκη σε αυτόν ξέφευγε από τα όρια της πραγματικότητας – 42 χιλιόμετρα είναι αυτά.
Για τις γενιές λοιπόν που άκουσαν την ιστορία του Λούη, αυτό ήταν ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός εθνικής υπερηφάνειας, συνοδευόμενο μάλιστα με την εικόνα της βράβευσής του όπου φορά την παραδοσιακή φουστανέλα, κάτι που ανάγει τον ίδιο συνειρμικά σε προσωπικότητα που διαπερνά την ελληνική ιστορία – είναι αρχαίος ήρωας, ήρωας της επανάστασης και ο πρώτος σύγχρονος αθλητής μαζί. Μαζί όμως με τον θρύλο του μεγάλωναν και οι σκιές που συνοδεύουν γεγονότα για τα οποία τα οπτικά τεκμήρια που έχουμε συνηθίσει στην εποχή μας είναι ελάχιστα ή μηδαμινά. Κέρδισε δίκαια; Έκοψε δρόμο; Γιατί εξαφανίστηκε μετά τους αγώνες;
Το ντοκιμαντέρ του Έλληνα ηθοποιού και τραγουδοποιού Πάνου Βλάχου ερευνά με εντυπωσιακή επιμονή τις σκιές πίσω από τη θρυλική νίκη του Λούη, με έναν κανόνα που κρατά απαράβατο ως το τέλος του. Δεν παίζει τον ρόλο του ανακριτή, ούτε προσπαθεί να συνθέσει αφήγημα υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης. Πρωτίστως γνωρίζει σε ένα νεότερο κοινό τον άνθρωπο πίσω από τον θρύλο, δίνει όλες τις λεπτομέρειες του μεγάλου αγώνα (που, λογικό είναι άλλωστε, ελάχιστοι τις ήξεραν) και αφηγείται αυτό το debate με μια ταξική σκοπιά, την αποδοχή ή μη δηλαδή του ότι ένας ερασιτέχνης δρομέας της ζωής μπορεί να κερδίσει προνομιούχους γυμνασμένους νέους, κατάλληλους να έχουν τον χαρακτηρισμό «αθλητές». Τι σημαίνει άλλωστε αθλητής και τι διαφορά έχει από κάποιον που μπορεί να καταπίνει με ευκολία χιλιόμετρα σε καθημερινή βάση αλλά για βιοποριστικούς λόγους.
Με την προσπάθεια του Βλάχου να προσομοιώσει τους δύο αγώνες του 1896 (τον προκριματικό και τον επίσημο) τρέχοντας ο ίδιος με μια ομάδα φίλων και συνεργατών, από ερασιτέχνες δρομείς ως τον μαραθωνοδρόμο Δημήτρη Θεοδωρακάκο, επιτυγχάνεται η ενίσχυση της προσωπικής του έρευνας αλλά και οι προεκτάσεις του ντοκιμαντέρ του που φτάνουν στη σύνδεση του Λούη με τις έννοιες του αθλητή και του δρομέα, οι οποίες βρίσκονταν σε πρωτόλεια μορφή στους πρώτους Ολυμπιακού Αγώνες. Η εικόνα των απλών δρομέων είναι πολύ συνηθισμένη σήμερα στο αστικό τοπίο, όμως για δεκαετίες ήταν σπάνια και συχνά υποτιμητική. Η αλλαγή αυτή δεν ήταν άμεση (υπάρχει στο Cinobo το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «Free to Run» που καταγράφει τους αγώνες της κουλτούρας των δρομέων σε πόλεις των ΗΠΑ) και είχε ανάγκη από ιστορίες όπως αυτή του Λούη ώστε οι ερασιτέχνες μαραθωνοδρόμοι της εποχής μας να κυκλοφορούν ατάραχοι στους δρόμους.
Κι όσο τρέχουν ατάραχοι, συγκεντρώνονται περισσότερο στην ουσία αυτού που κάνουν. Μια συνεχή πρόκληση των ορίων τους, μέσα από μια μοναχική διαδικασία που υπάρχει μια αρχή, ένας τέλος και μπόλικος ιδρώτας στο ενδιάμεσο που σκουπίζεται με συνέπεια και στωικότητα. Ένα από τα ερωτήματα που θέτει το «7 Λεπτά Ψυχής» είναι γιατί τελικά τρέχουμε. Ίσως γιατί μέσα μας νιώθουμε αόρατοι ολυμπιονίκες και ονειρευόμαστε φανταστικούς γύρους του θριάμβου, ίσως γιατί αυτός η διαδρομή που διανύουμε μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.
H ταινία 7 Λεπτά Ψυχής είναι διαθέσιμη online στο Cinobo