Journal

«Ονειρικό Σενάριο»: Πώς ένας αγνώριστος Νίκολας Κέιτζ και η σύγχρονη απόγνωση ζωντάνεψαν την ταινία

«Ονειρικό Σενάριο»: Πώς ένας αγνώριστος Νίκολας Κέιτζ και η σύγχρονη απόγνωση ζωντάνεψαν την ταινία

Cinobo
Cinobo
Δημοσιεύτηκε
17 Οκτ 2025
Κατηγορία

Ο Πολ Μάθιους είναι σύζυγος, πατέρας, καθηγητής πανεπιστημίου που ζορίζεται στη δουλειά, δηλαδή ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Και ταυτόχρονα, το πιο διάσημο πρόσωπο στον κόσμο από τη στιγμή που αρχίζει να εμφανίζεται τυχαία στα όνειρα άλλων ανθρώπων.

Πρώτα είναι η κόρη του, μετά μια παλιά του φίλη, μετά οι φοιτητές του, μετά σχεδόν όλοι στον πλανήτη, μέχρι που ο Πολ ανακαλύπτει ότι είναι αναγνωρισμένος, διάσημος και επιθυμητός πέρα από τα πιο τρελά του όνειρα.

Στο αγγλόφωνο ντεμπούτο του, ο γεννημένος στο Όσλο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Κρίστοφερ Μπόργκλι («Sick of Myself») ακολουθεί την άνοδο και την πτώση των δεκαπέντε λεπτών φήμης ενός άνδρα, μια καυστικά αστεία και παιχνιδιάρικα διεστραμμένη ματιά στη συλλογική συνείδηση της σύγχρονης ζωής, όπου σχεδόν ο καθένας μπορεί ξαφνικά να γίνει ένα παράξενο είδος διασημότητας και να επιστρέψει στην αφάνεια ή την κακοφημία εξίσου γρήγορα.

«Με ελκύουν οι πεισματάρηδες χαρακτήρες, που ζουν και πεθαίνουν σύμφωνα με τα δικά τους ανέφικτα ιδανικά», λέει ο Μπόργκλι, του οποίου η προηγούμενη ταινία ήταν το «Sick of Myself» του 2022, η ιστορία μιας όμορφης νεαρής γυναίκας από το Όσλο που αποκτά επιρροή στα κοινωνικά μέσα μετά την παραμόρφωση του προσώπου της.

«Βλέπω τη μυθοπλασία ως ένα μέσο για να διερευνήσω τις σκοτεινές ή δυσλειτουργικές πτυχές της σύγχρονης ζωής. Υπάρχει μια πολύ ανθρώπινη τάση να εστιάζουμε στο αρνητικό, σε ό,τι νιώθουμε ότι μας λείπει, ακόμα και όταν φαινομενικά έχουμε τα πάντα. Κάνουμε τους εαυτούς μας δυστυχισμένους με την απουσία κάποιου φανταστικού δυναμικού».

Όταν ο Νίκολας Κέιτζ διάβασε το σενάριο – και ένιωσε να καταλαβαίνει απόλυτα τον ήρωά του

Με πρωταγωνιστή έναν σχεδόν αγνώριστο Νίκολας Κέιτζ, το «Ονειρικό Σενάριο» μετατρέπει σε μαύρη κωμωδία τις προσπάθειες του Πολ Μάθιους να διαχειριστεί την ξαφνική και απίθανη φήμη του – μια εξαιρετικά έξυπνη επιλογή για έναν από τους πιο παραγωγικούς και αναγνωρίσιμους ηθοποιούς της εποχής μας. Μεταμορφώνοντας τον εαυτό του σε έναν άγνωστο, ο Κέιτζ κατακτά τον χαρακτήρα και τον ρόλο με εκπληκτικό ζήλο, συνεχίζοντας την πρόσφατη δουλειά του που έχει προκαλέσει ενθουσιασμό σε κάθε βήμα.

«Ήταν ένα από τα καλύτερα σενάρια που έχω διαβάσει, ειλικρινά, και νομίζω ότι είναι η καλύτερη ερμηνεία μου και πιθανώς η καλύτερη ταινία που έχω κάνει ποτέ», λέει ο Κέιτζ, ο οποίος έχει εμφανιστεί σε περισσότερες από 100 ταινίες σε μια μοναδική και ασυναγώνιστη καριέρα. «Το “Ονειρικό Σενάριο” μου έδωσε έναν καλό λόγο να συνεχίσω να αναζητώ νέους ταλαντούχους σκηνοθέτες και να μην περιμένω απλώς να εμφανιστούν τα μεγάλα ονόματα που όλοι γνωρίζουμε. Είμαι χαρούμενος που εκμεταλλεύομαι αυτές τις ευκαιρίες με νέους σκηνοθέτες. Νομίζω ότι ο Κρίστοφερ Μπόργκλι έχει δημιουργήσει ένα αριστούργημα».

Αφού διάβασε το «Ονειρικό Σενάριο», ο Κέιτζ επικοινώνησε με τον Άρι Άστερ και του είπε ότι ένιωθε ότι καταλάβαινε απόλυτα τον Πολ. «Ένιωσα ότι είχα την εμπειρία ζωής για να υποδυθώ αυτόν τον χαρακτήρα, ως κάποιος που βρίσκεται στο προσκήνιο και που έχει περάσει από πολλά σκαμπανεβάσματα όσον αφορά την εικόνα που έχει ο κόσμος για μένα», λέει ο Κέιτζ. «Ο κόσμος ξέρει πολλά πράγματα για μένα και ο ρόλος ήταν ένα εξαιρετικό μέσο για να διοχετεύσω αυτές τις αναμνήσεις, τις εμπειρίες και τα συναισθήματα».

Σε μια ευρέως ποικίλη και εκλεκτική καριέρα, το «Ονειρικό Σενάριο» είναι τόσο μια ευπρόσδεκτη υπενθύμιση του βραβευμένου και αναγνωρισμένου έργου του Κέιτζ σε ταινίες όπως το «Adaptation.» και το «Αφήνοντας το Λας Βέγκας», όσο και μια περαιτέρω απόδειξη της ατρόμητης διάθεσής του να συμμετέχει σε έργα που είναι τολμηρά, φρέσκα και πρωτότυπα.

DS_06534_min.webp

Από τη διαφήμιση στον Τζον Γουότερς: Ο Κρίστοφερ Μπόργκλι έρχεται στην Αμερική

Ο Μπόργκλι μεγάλωσε σε ένα προάστιο του Όσλο και πέρασε τα εφηβικά του χρόνια δουλεύοντας σε ένα βιντεοκλάμπ, αποκτώντας εμμονή με την κινηματογραφία. Άρχισε να κατεβάζει σενάρια, ξεκινώντας με το «Fargo», περίεργος να δει πώς ήταν ένα σενάριο. Αυτό που είδε τον συγκλόνισε. «Ο διάλογος ήταν τόσο εκφοβιστικός, που δεν μπορούσα να πιστέψω ότι όλες οι αποχρώσεις, κάθε τραύλισμα και παύση ήταν πραγματικά γραμμένα. Προσπάθησα να γράψω τις δικές μου ταινίες αστυνομικές στα τέλη της εφηβείας μου, ενώ ζούσα στο υπόγειο των γονιών μου, αλλά φυσικά όλες ήταν χάλια».

Απομακρύνθηκε από το γράψιμο και επικεντρώθηκε στην οπτική πλευρά της κινηματογραφικής δημιουργίας, μαθαίνοντας πώς να γυρίζει και να μοντάρει σκηνοθετώντας βίντεο με σκέιτμπορντ. «Σε κάποιο σημείο αποφάσισα ότι η κινηματογραφική δημιουργία ήταν κάτι περισσότερο από ένα χόμπι και όταν μετακόμισα στο Όσλο ως νεαρός ενήλικας, άρχισα να αποκαλώ τον εαυτό μου σκηνοθέτη», λέει ο Μπόργλι. «Ήταν μια μακρά περίοδος κατά την οποία έβλεπα τι θα μπορούσε να συμβεί».

Τα βίντεο με σκεϊτμπορντ οδήγησαν σε μουσικά βίντεο, στη συνέχεια σε διαφημιστικά και αργότερα σε ταινίες μικρού μήκους. Ο Μπόργκλι προσπάθησε να γράψει ξανά σενάρια στα 20 του, εμπνευσμένος από τις υψηλού επιπέδου κωμωδίες της δεκαετίας του 1960 και του 1970. 

«Οι ταινίες είχαν νόημα για μένα από την άποψη του τρόπου με τον οποίο έκαναν κωμωδία από αυτές τις υπαρξιακές τραγωδίες», λέει ο Μπόργκλι. «Πώς κάνουμε τη ζωή μας πιο δύσκολη για τον εαυτό μας επειδή δεν μπορούμε να επιλέξουμε — ή δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Μπορούσα να βρω κωμωδία στα δικά μου λάθη με τον ίδιο τρόπο που το προσεγγίζει ο Λάρι Ντέιβιντ στο “Curb Your Enthusiasm”».

Τα προνομιακά προβλήματα του Ντέιβιντ και η τάση του σεναριογράφου-σκηνοθέτη του «Curb» να βρίσκει κωμωδία από το τίποτα, πυροδότησαν τη δημιουργική φαντασία του Μπόργκλι. «Με ενδιαφέρει η ψυχολογία, αλλά όχι με ακαδημαϊκό τρόπο — τα περισσότερα από αυτά που κάνουμε στη ζωή μας καθοδηγούνται από δυνάμεις που είναι πέρα από τον έλεγχό μας ή την οπτική μας. Δεν μπορούμε να δούμε τον μηχανισμό».

Στα τέλη της δεκαετίας του '10, ο Μπόργκλι είχε ήδη κατακτήσει την επιτυχία στον κόσμο της διαφήμισης. «Θυμάμαι ότι ήμουν τρομοκρατημένος από την κουλτούρα που επικρατούσε στον χώρο της διαφήμισης – και από τη διαφθορά – και ήθελα να το συζητήσω με κάποιον τρόπο. Έτσι, έγραψα αυτό το ψευδο-ντοκιμαντέρ που πήρε τη δική του μορφή», λέει.

Αυτή η ιδέα έγινε το «Drib», μια σάτιρα του μάρκετινγκ και αναπαράσταση μιας υποτιθέμενης αληθινής ιστορίας για μια εταιρεία που προσπαθεί να δημιουργήσει μια προκλητική διαφήμιση για ένα ενεργειακό ποτό. Ο Μπόργκλι το παρουσίασε ως αναπαράσταση μιας πραγματικής ιστορίας. Λίγοι από όσους το είδαν γνώριζαν ότι όλη η ιστορία ήταν φανταστική, και η επιτυχία του στο South by Southwest το 2017 τον οδήγησε στο Λος Άντζελες.

Τα πράγματα πήραν το δρόμο τους και γύρισε το «Sick of Myself», ανάμεσα στους θαυμαστές του οποίου συγκαταλέγεται ο Τζον Γουότερος, που το συμπεριέλαβε στη λίστα με τα 10 καλύτερα του 2022 στο περιοδικό Artforum. «Ένα ζευγάρι ναρκισσιστών Νορβηγών εραστών δεν μπορεί να σταματήσει να ανταγωνίζεται για την προσοχή του κοινού», έγραψε ο Γουότερς για την ταινία. «Αυτός είναι γλύπτης που χρησιμοποιεί έπιπλα που κλέβει ως υλικό, και αυτή παίρνει σκόπιμα ανακλημένα φάρμακα που περιέχουν δηλητήριο για να προκαλέσει εξανθήματα και φουσκάλες στο δέρμα της, ώστε να γίνει μοντέλο με αναπηρία. Δεν είναι το “Female Trouble”, αλλά είναι εξίσου τρελό!»

Πώς γεννήθηκε η εφιαλτική ιστορία

Το 2018, ο Μπόργκλι διάβασε για έναν καθηγητή που έχασε τη δουλειά του, έλαβε μεγάλη αποζημίωση από το δικαστήριο και έγινε εκπρόσωπος της λεγόμενης «κουλτούρας της ακύρωσης». «Δεν υπήρχε λέξη για να περιγράψει αυτό που του συνέβαινε εκείνη την εποχή, αλλά θυμάμαι ότι με ενδιέφερε το πώς οι φοιτητές τον ακολουθούσαν στο πανεπιστήμιο όταν ακόμα δίδασκε και κατέστρεφαν το αυτοκίνητό του», λέει. «Ακουγόταν σαν παλιό γουέστερν για ένα άτομο που εκδιώχθηκε από μια πόλη ή αναγκάστηκε να φύγει από τους χωρικούς με δίκρανα, όπως ο Φρανκενστάιν. Το σενάριο μου φάνηκε πολύ κινηματογραφικό».

Ο Μπόργκλι παρατήρησε περισσότερους καθηγητές με παρόμοιες ιστορίες, οι οποίοι εμφανίζονταν σε podcasts και εξηγούσαν την πλευρά τους. «Συχνά υπήρχε ένας πολύ ναρκισσιστικός και σχεδόν παραληρηματικός τόνος σε μερικούς από αυτούς, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι τους είχαν στερήσει τα βραβεία Νόμπελ ή την ακαδημαϊκή λατρεία», εξηγεί. «Έγινα εμμονικός με αυτές τις προσωπικότητες. Όλοι τους αιφνιδιάστηκαν απόλυτα όταν απολύθηκαν, ένιωθαν ότι δεν είχαν κάνει τίποτα κακό, ότι τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορούνταν ήταν εντελώς κατασκευασμένα στο μυαλό των φοιτητών τους. Και έτσι άρχισε να παίρνει μορφή μια ιδέα».

Το «Ονειρικό Σενάριο» έχει ως κεντρικό χαρακτήρα ένα πρόσωπο που ξεκινά αθόρυβο και ακίνδυνο, γίνεται πιο αμφίβολο καθώς η ιστορία εξελίσσεται και καταρρέει πριν από την τρίτη πράξη. Και οι δύο πρωταγωνιστές ζουν σε καταπράσινα, ειδυλλιακά προάστια και φαίνεται να έχουν όλα όσα συνιστούν μια ευτυχισμένη ζωή.

«Ο Πολ είναι ένας κύριος και ένας βαθιά στοχαστικός άνθρωπος που νοιάζεται για τη δουλειά του και τους μαθητές του, αλλά δεν έχει καταφέρει να ξεχωρίσει λόγω προσωπικών ανασφαλειών», λέει ο Κέιτζ. «Θέλει να εκδοθεί, αλλά δεν είναι σίγουρος τι τον εμποδίζει να το κάνει. Ψάχνει άλλους στόχους για να κατηγορήσει». Ο Μπόργκλι προσθέτει: «Ο Πολ έχει ένα ωραίο σπίτι και μια οικογένεια που τον αγαπά, και εργάζεται σε ένα πανεπιστήμιο που μπορεί να μην είναι το Χάρβαρντ, αλλά δεν είναι και κάποιο ερειπωμένο κοινοτικό κολέγιο. Στην αφήγηση που έχει κατασκευάσει ο Πολ γύρω από τη ζωή του, κάτι λείπει».

Ξαφνικά, όλοι αρχίζουν να ονειρεύονται τον Πολ, και η οικογενειακή του ζωή μεταμορφώνεται. «Είναι ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο που θα φανταζόσουν ότι ονειρεύονται όλοι», λέει ο Κέιτζ. «Δεν είναι ο Άδωνις. Δεν είναι ροκ σταρ. Δεν είναι ήρωας του ποδοσφαίρου — είναι απλώς ένας αδέξιος, αν και έξυπνος, πατέρας, ο τύπος του μέσου ανθρώπου που οι άνθρωποι δεν θα κοιτούσαν δύο φορές».

Αλλά όταν τα συλλογικά όνειρα μετατρέπονται σε παραληρηματικά αιματηρά εφιάλτες, η οικογένεια του Πολ, και στη συνέχεια ο κόσμος, στρέφονται εναντίον του. Είναι μια ενδιαφέρουσα ιδέα — να μην έχεις κάνει τίποτα κακό, αλλά όλοι, ολόκληρος ο κόσμος, να στρέφονται εναντίον σου.

DS_12823 (1)_min.webp

Ένας ανεξέλεγκτος Νίκολας Κέιτζ

Το σενάριο έφτασε σε μια περίοδο που η καριέρα του Κέιτζ βρισκόταν σε πλήρη άνθηση. Είχε αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές για τον ρόλο του στην ταινία «Pig», όπου υποδύθηκε έναν μοναχικό κυνηγό τρούφας που ζούσε στα δάση του Πόρτλαντ, πριν υποδυθεί τον εαυτό του στην meta κωμωδία «The Unbearable Weight of Massive Talent».

Ο Μπόργκλι λέει: «Του στείλαμε το σενάριο, το διάβασε αμέσως και είπε ότι είχε νιώσει όλα όσα περνάει ο Πολ Μάθιους, όπως το να καθορίζουν οι αντιλήψεις των άλλων ποιος είσαι στην κουλτούρα. Με την τρελή φήμη που έχει αποκτήσει στη ζωή του, η μετατροπή του Νικ Κέιτζ σε μίμ είναι απολύτως πειστική».

Ο Κέιτζ ήταν επίσης εξοικειωμένος με τον κόσμο της ακαδημαϊκής κοινότητας, έχοντας μεγαλώσει με έναν πατέρα καθηγητή. «Αν και ο πατέρας μου ήταν περισσότερο ένας ακαδημαϊκός τύπου Άλφα σε σχέση με τον Πολ, καταλάβαινα τον ανταγωνισμό, τη ζήλια και την κακία που μπορεί να προκύψουν γύρω από το ποιος δημοσιεύει ή γράφει τις καλύτερες εργασίες», λέει ο Κέιτζ. «Η ακαδημαϊκή κοινότητα έχει μια νοοτροπία του τύπου «σκότωσε ή σκοτώσου» ή «φάε ή φαγωθείς» και μπορούσα να καταλάβω τις ανησυχίες του Πολ για το πώς τον αντιμετώπιζαν στην επαγγελματική του ζωή, επειδή έβλεπα τον πατέρα μου να αντιμετωπίζει ακριβώς αυτά τα πράγματα».

Πάνω απ' όλα, το «Ονειρικό Σενάριο» ήταν μια ευκαιρία για τον Κέιτζ να συμμετάσχει σε κάτι πραγματικά πρωτότυπο και μοναδικό. «Αυτό μου φάνηκε εντελώς καινούργιο, όχι μόνο όσον αφορά τον χαρακτήρα μου, αλλά και το ίδιο το έργο, γιατί περιπλανιέμαι στο μυαλό του Κρίστοφερ Μπόργκλι και κάνω κάτι που δεν κατηγοριοποιείται στον κινηματογράφο. Αυτό ήταν το σημαντικό για μένα στο να κάνω αυτή την ταινία».

Δες το "Ονειρικό Σενάριο" στο Cinobo.

0 Σχόλια

Ταξινόμηση κατά

Journal

Εδώ σημειώνουμε όλα όσα θέλουμε να πούμε για το σινεμά του Cinobo, και όχι μόνο. Μάθε τα πάντα για τις Πρεμιέρες, τις Συλλογές και τα Προσεχώς, ενημερώσου για την επικαιρότητα στα Frames, πήγαινε behind the scenes στα Extras και εξερεύνησε πολλά ακόμα στα Misc.