Journal

«Ήθελα να καταστρέψω τα πάντα με αυτό το φιλμ»: Ο Ρόμπερτ Γκριν για το «Η Κέιτ Παίζει την Κριστίν»

«Ήθελα να καταστρέψω τα πάντα με αυτό το φιλμ»: Ο Ρόμπερτ Γκριν για το «Η Κέιτ Παίζει την Κριστίν»

Ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς ντοκιμαντέρ στην Αμερική αυτή τη στιγμή μας μίλησε από το λοκντάουν του για όλα όσα πιστεύει πως είναι (ή μπορεί να είναι) το ντοκιμαντέρ και η τέχνη, με αφορμή το σοκαριστικό φιλμ του «Η Κέιτ Παίζει την Κριστίν» που προβάλλεται στο Cinobo.

Η ηθοποιός Κέιτ Λιν Σέιλ ετοιμάζεται να ερμηνεύσει το ρόλο της Κριστίν Τσάμπακ, μιας τηλεοπτικής παρουσιάστριας από τη Φλόριντα που το 1974 αυτοκτόνησε ζωντανά στον αέρα. Μέσα από την έρευνά της για τις ανάγκες του ρόλου, λειτουργεί σαν ερευνήτρια και η ταινία σαν ντοκιμαντέρ, καθώς μαζί με αυτήν μαθαίνουμε κι εμείς περισσότερα για τη ζωή και τον τραγικό θάνατο της Κριστίν.

Όμως μπορεί ποτέ κανείς να πει μια τέτοια ιστορία χωρίς να φτάσει στο exploitation; Μπορεί το κεντρικό ερώτημα («τι οδήγησε εκεί την Κριστίν;») να απαντηθεί από εμάς; Και τι σημαίνουν τελικά τα όρια που θολώνει το φιλμ, ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ντοκιμαντέρ;

Το Cinobo παρουσιάζει το σοκαριστικό φιλμ του Ρόμπερτ Γκριν, ενός σκηνοθέτη που μοιάζει με κάθε του νέα ταινία να αναλαμβάνει και μια μεγαλύτερη πρόκληση (το πρόσφατο «Bisbee ‘17» ανασυστήνει την απέλαση εργατών από την πόλη του Μπίσμπι το 1917 ως ντοκιμαντέρ αναπαράστασης στο σήμερα), κι ο οποίος ισορροπεί την ακαδημαϊκή του πλευρά (εξάλλου διδάσκει ντοκιμαντέρ στη σχολή δημοσιογραφίας του Μιζούρι) με τις αγνά δημιουργικές του αναζητήσεις και πειραματισμούς.

Ο Ρόμπερτ Γκριν μας μίλησε μέσω Zoom στα μέσα του Δεκέμβρη σε μια χορταστική συνέντευξη πάνω στην προέλευση του «Η Κέιτ Παίζει την Κριστίν» αλλά και στην ίδια τη φύση και τη θέση του ντοκιμαντέρ ως εργαλείο αναζήτησης- και τη σχέση του, τελικά, με την αλήθεια.

 

Με τι ασχολείσαι στο διάστημα του λοκντάουν;
Απείχαμε μια βδομάδα από το να τελειώσουμε τα γυρίσματα της νέας μου ταινίας τον Μάρτιο, όλο αυτό τον καιρό καταφέραμε να κάνουμε ένα γύρισμα κι ελπίζω να στριμώξουμε ένα πριν τα Χριστούγεννα κι ένα πριν τη νέα χρονιά και να τελειώνουμε. Ευτυχώς είχα το περισσότερο γυρισμένο οπότε μπορούσα να μοντάρω όλο αυτό το διάστημα. Οπότε στο λοκντάουν έκανα αυτό που ήθελα. Αλλά θέλω απεγνωσμένα να τελειώσω.

Μπορείς να μας πεις περισσότερα για την ταινία;
Δε μπορώ να πω πολλά, αλλά δουλεύουμε με 6 τύπους που είχαν επιβιώσει από ένα συγκεκριμένο είδος τραύματος. Δουλέψαμε μαζί τους και φτιάξαμε κάποιες δραματικές συνεδρίες θεραπείας. Γράφουν, σκηνοθετούν και παίζουν καθένας στην ταινία του άλλου και προσπαθούν να δουλέψουν το τραύμα τους σε αυτά τα ψυχοδράματα. Κάνοντας το «Bisbee ‘17» υπήρχε η ιδέα πως επρόκειτο για το μεγαλύτερο group therapy, αναρωτιόμασταν πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ανθρώπους μέσα από το ντοκιμαντέρ.

Τώρα, ας το πω, είναι άνθρωποι κακοποιημένοι από καθολικούς ιερείς, και κάναμε γυρίσματα σε καθολικές εκκλησίες, κι οι άνθρωποι παίζουν τους ρόλους των ιερέων, παίρνουν ρόλους, γράφουν, σκηνοθετούν. Δημιουργούν τη δική τους εκδοχή των πραγμάτων και προχωρούν με αυτό τον τρόπο.

Νιώθω σαν κάθε σου ταινία με έναν τρόπο να έχει γεννηθεί από την προηγούμενη.
Κάπως… κάπως! H πρώτη μου ταινία, «Owning the Weather» ήταν ένα στάνταρ ντοκιμαντέρ και δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Μετά το «Kati with an I» ήταν αντίδραση σε αυτό και κάπως με ενδιέφερε το περφόρμανς μέσα του, μετά ήρθε το «Actress» που εμβάθυνε στην ιδέα του περφόρμανς, ύστερα το «Η Κέιτ Παίζει την Κριστίν» που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, ήθελα να καταστρέψω τα πάντα με αυτό το φιλμ. Και το «Bisbee ‘17» ήταν η διαδικασία του πώς το ξαναχτίζουμε από την αρχή. Αναγέννηση, κάτι θετικό. Και μετά από αυτό σκέφτηκα, μπορούμε όντως να βοηθήσουμε ανθρώπους! Κι εδώ είμαστε τώρα.

Kate plays Christine 3

Πόσο συνειδητή ήταν αυτή η εξερεύνηση της, ας πούμε, αποτυχίας; Προφανώς μεγάλο μέρος του φιλμ είναι προσχεδιασμένο αλλά επίσης προφανώς σε σημεία ξεφύγατε πολύ.
Βασικά ήρθα στην Κέιτ εξαρχής με τον τίτλο. Και είπα θέλω να κάνω αυτή την ταινία μαζί σου για εσένα να προσπαθείς να παίξεις τον ρόλο της Τσάμπακ και να προσπαθείς να καταλάβεις τη διαδικασία του τι πέρασε, αλλά νομίζω πως θα είναι αποτυχία. Γιατί κάθε κομμάτι αυτής της ιστορίας που υπάρχει εκεί έξω, αποτυγχάνει να φτάσει στην αληθινή απάντηση. Οπότε θέλω να κάνω μια ταινία για την αποτυχία σου στο να απαντήσεις σε αυτή την ερώτηση.

Αλλά το τρελό είναι ότι μετά δέθηκε κι η ίδια τόσο πολύ που ένιωσε ευθύνη και εκνευρισμό. Δεν μπορούσα ποτέ να καταλάβω αν υποδύεται αυτό τον εκνευρισμό για να φτάσουμε στην αποστολή μας ή αν κι αυτή κάποιες φορές ένιωθε να μην ξέρει τι γίνεται. Και μείναμε σε αυτό το νοητικό χώρο για 3 βδομάδες. Το σβήναμε το βράδυ, πηγαίναμε για μπόουλινγκ, για κολύμπι, περνάγαμε πολύ ωραία. Αλλά όταν ήταν ανοιχτός ο διακόπτης ήταν φρικτό συναίσθημα.

Πλανάραμε μόνο τις 2 πρώτες μέρες και ήξερα ότι θα τελειώναμε σε στούντιο, αλλά δεν ήξερα σίγουρα αν θα καταφέρουμε να αναπαραστήσουμε την αυτοκτονία, αν και πίστευα πως φυσικά πρέπει να φτάσουμε κι εκεί. Αλλά δεν ήξερα πώς. Οπότε κάθε μέρα πλανάραμε την επόμενη. Αλλά δεν είχα ιδέα πως η Κέιτ θα γινόταν έξαλλη με την διαδικασία. Και έπειτα, όταν μιλήσαμε με το άτομο από το κέντρο πρόληψης αυτοκτονιών που είναι στο φιλμ, ήταν σαφές πως δεν μπορούσαμε να αναπαραστήσουμε την αυτοκτονία με οποιοδήποτε ευθύ τρόπο. Οπότε τι κάνουμε; Ας κάνουμε ό,τι η Κριστίν, ας γράψουμε ένα λόγο, εγώ έγραψα έναν δικό μου, ο Σον δικό του, κι αυτό που καταλήγει στην ταινία είναι η εκδοχή της Κέιτ. Που ευγενικά πήρε τις σημειώσεις μας και [κάνει μια κίνηση σα να παραμερίζει χαρτιά], δεν είχαμε ιδέα τι θα έλεγε.

Υπάρχει κόσμος που πιστεύει πως το φιλμ είναι εμφανώς γραμμένο για να φτάσει σε αυτό το μεγάλο σημείο στο τέλος, αλλά όχι, είναι αληθινό. Δεν είχα ιδέα τι θα έλεγε η Κέιτ. Και λόγω του χαρακτήρα της ταινίας θα ήταν ανειλικρινές να μην το βάλω μέσα. Γιατί όταν λέει «είστε ένα μάτσο σαδιστές» μιλάει στον Σον κι εμένα, οπότε το έβαλα στην ταινία.

Υπάρχει η ένταση μεταξύ αλήθειας και μυθοπλασίας αλλά υπάρχει και η ένταση ακόμα και ανάμεσα σε εκδοχές της αλήθειας ανάμεσα στα άτομα που δημιουργούν την ταινία.
Έτσι συνέβαινε πάντα! Ειλικρινά τίποτα δεν είναι διαφορετικό από κάθε ντοκιμαντέρ που έχει ποτέ γυριστεί. Το αντικείμενο έχει τη δική του εκδοχή των γεγονότων, ο δημιουργός έχει τη δική του εκδοχή και το φιλμ που θα βγει είναι κάποιος χορός ανάμεσα στις δύο εκδοχές με την τελική απόφαση να πηγαίνει στον δημιουργό. Τα μόνα φιλμ που αξίζουν είναι αυτά που δίνουν φωνή σε αυτή την ένταση.

Γιατί αυτή είναι η κεντρική ένταση των ντοκιμαντέρ και το ξέρουμε από την αρχή, από τον Ρόμπερτ Φλάερτι και την Σίρλεϊ Κλαρκ και το «Grey Gardens». Δραματοποιούμε… και δεν εννοώ τις αναπαραστάσεις, έτσι κι αλλιώς κάθε ντοκιμαντέρ είναι εξαρχής μυθοπλασία εφόσον κινηματογραφούμε και μοντάρουμε. Αλλά παίρνουμε αυτές τις εντάσεις και τις ανυψώνουμε όσο μπορούμε και τελικά είναι σαν το παιχνίδι που βάζεις πράγματα το ένα πάνω στο άλλο φτάνοντας όσο πιο ψηλά μπορείς ώσπου να γκρεμιστεί. Κι έπρεπε να γκρεμιστεί! Αλλιώς το φιλμ δεν είχε αξία.

Υπάρχει αυτή η κοινή έκφραση που με θυμώνει όποτε την ακούω, που όταν συζητάμε το επίπεδο αλήθειας μιας ταινίας μυθοπλασίας θα ειπωθεί «τι περιμένεις, ντοκιμαντέρ είναι;».
[χαμογελάει]

Κι επίσης ο Έρολ Μόρις πρόσφατα τουίταρε κάτι σαν απολογία για το πώς άλλαξε αυτό που περιμένει ο κόσμος να «επιτευχθεί» από ένα ντοκιμαντέρ. Γενικά έχει ενδιαφέρον τι περιμένουν οι άνθρωποι από ένα ντοκιμαντέρ.
Ναι όλη αυτή η ένταση υπήρχε εκεί από πάντα. Οι άνθρωποι σοκαρίστηκαν όταν το «Νανούκ» ήταν στημένο. Αλλά ο Φλάερτι δεν είπε ποτέ ότι ήταν επιστήμονας ή δημοσιογράφος. Ήθελε να μπεις στην αίθουσα και να θαυμάσεις το θέαμα της πραγματικότητας. Το κοινό γελάστηκε. Και όλα αυτά για τα οποία μαλώνουμε ακόμα ήταν εκεί από το ξεκίνημα του ντοκιμαντέρ. Μπορείς να γίνεις έξαλλος ή… Σκέψου τις εντάσεις ενός πίνακα, δεν είναι αληθινή εικόνα αλλά υπάρχει σχέση με την απεικόνιση. Μετά γίνεται πιο αφηρημένη. Κι έρχεται ο Τέρνερ, και μετά έρχεται ο Σεζάν και μετά ο Ρόθκο να το πάει ένα βήμα μετά. Υπάρχει μια αντίδραση στην αντίδραση, αλλά η κεντρική ένταση είναι πάντα η ίδια.

Στο ντοκιμαντέρ ισχύει το ίδιο. Κι οι άνθρωποι θα λένε ακόμα «μα είναι πραγματικότητα». Κι εγώ σε αυτό σκέφτομαι «τέλεια!», γιατί μπορούμε να παίξουμε με αυτό. Και να κάνουμε τον κόσμο να κάνει ερωτήσεις. Αυτό που ενδιαφέρει τον θεατή με ένα ντοκιμαντέρ είναι ό,τι και με όλη την τέχνη, που είναι όχι μόνο τι βρίσκεται μες στο κάδρο αλλά και τι είναι απ’έξω. Αλλά οι ερωτήσεις όσο αφορά τα ντοκιμαντέρ είναι πάντα συγκεκριμένες: Πώς γνώρισες αυτό το άτομο, τι έγινε όταν σταμάτησε η κάμερα, πώς τους έπεισες να πουν το ναι, κλπ. Αυτές είναι κοινότοπες ερωτήσεις αλλά και κεντρικές στο τι είναι ντοκιμαντέρ. Η ιδέα μου ήταν λοιπόν να τις δραματοποιήσω και να τις κάνω μέρος αυτού που βλέπεις.

Kate plays Christine 2

Η ιδέα των φιλμ που βρίσκονται στο σύνορο μυθοπλασίας και πραγματικότητας είναι κάτι που συζητιέται συχνά, έστω κι αν στην πραγματικότητα δεν είναι κάτι που αφορά μόνο το ντοκιμαντέρ. Είναι αυτό κάτι που σου δίνει μεγαλύτερη ώθηση και ελευθερία να είσαι αντισυμβατικός;
Νομίζω… ναι. Αυτό που μου αρέσει στην μη-μυθοπλασία είναι οι ερωτήσεις που κάνεις, είναι κεντρικές ερωτήσεις πάνω στην αντίληψη και την τέχνη. Ερωτήσεις για το ποιοι είμαστε. Στο φιλμ μου «Actress» ας πούμε, την βλέπεις να παίζει και να μην παίζει την ίδια ώρα. Για μένα η ιδέα των θολωμένων ορίων ανάμεσα σε πραγματικότητα και μυθοπλασία δεν είναι ενδιαφέρουσα. Δεν υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα σε ερμηνεία και μη-ερμηνεία. Στο «Actress» η Μπράντι επιτίθεται σε όλους τους ρόλους που γράφτηκαν για αυτήν και την ίδια στιγμή ερμηνεύει τους ρόλους της. Είναι συναρπαστικό να το βλέπεις.

Ήταν μια ανακάλυψη για μένα, κι ύστερα ήρθε η «Κέιτ». Εκεί ήθελα να νιώσεις κατάθλιψη. Βλέποντας κάποιον να προσπαθεί να κάνει κάτι και να ερμηνεύσει όσο καλύτερα γίνεται αλλά να αποτυγχάνει, η αποτυχία αυτή σε θλίβει. Κεντρικό ρόλο σε όλα αυτά παίζει αυτό που βλέπουμε. Και μπορεί με έναν τρόπο να είναι αληθινό ή όχι. Αλλά άσε την ερώτηση για το αν είναι ή δεν είναι αληθινό ή πού είναι τα όρια ερμηνείας και πραγματικότητας, και χρησιμοποίησε όλα αυτά για να πεις κάτι, για την κατάθλιψη, για τους ρόλους των φύλων, για την εργατική τάξη, για το τραύμα. Είναι σωστό υλικό για εξερεύνηση.

Ο λόγος που επιμένω στο ντοκιμαντέρ ως φόρμα αντί να πω «α, όλα ταινίες είναι» είναι ότι έχω μια εμμονή με το ότι οι ιδέες μου και τα κόνσεπτ είναι περιορισμένα. Και αυτός ο περιορισμός έχει ενδιαφέρον επειδή πάντα θέτει τα πράγματα σε κίνηση, και πρέπει εσύ να αφήσεις τα πάντα να κυλήσουν από εκεί. Αλλά τα φιλμ τελικά γίνονται ακριβώς αυτό που πίστευα από την αρχή ότι θα ήταν, παρόλο που ποτέ δεν ξέρω τι θα γίνει. [γελάει] Ο Τζον Κέιτζ λέει, και παραφράζω τώρα, λέει ότι όταν σχεδιάζεις έναν πίνακα οι πρώτοι που βγαίνουν από το δωμάτιο είναι οι ατζέντηδες, μετά η οικογένεια βγαίνει από το δωμάτιο, και τελικά αν είσαι πολύ τυχερός φεύγεις κι εσύ από το δωμάτιο.

Επίσης απολαμβάνεις το μοντάζ, συνεργάζεσαι και σταθερά με τον Άλεξ Ρος Πέρι, τι σε συναρπάζει σε αυτό, στο να δημιουργείς το φιλμ εκ νέου;
Ναι, καλός τρόπος να το πεις. Ή να ξέρεις εξαρχής πως η αληθινή δημιουργική διαδικασία είναι στο μοντάζ. Μισώ την παραγωγή τόσο πολύ! Μισώ που όλοι με κοιτάνε διερωτώμενοι τι σκέφτομαι, ενώ είμαι ακόμα νευρικός και τρομαγμένος ότι έχουμε υλικό για τα σκουπίδια. Στο «Bisbee ‘17» είχα και μεγαλύτερο crew, όλοι αναρωτιούνται γιατί πηγαίνω εδώ κι εκεί, εγώ ξέρω μες στο κεφάλι μου τα πράγματα αλλά πρέπει να τα εξηγήσω! Στην παραγωγή υπάρχει ένα άγχος που δεν το απολαμβάνω. Αλλά ξέρω ότι όλα οδηγούνται εδώ [κάνει αργή περιστροφική κίνηση με την καρέκλα του] στο δωμάτιό μου όπου μπορώ να τα ελέγξω. Αν με ήξερες και πέρναγες 20 λεπτά μαζί μου σε ένα δείπνο θα έλεγες «χαχα φυσικά και αυτός ο τύπος θα ήθελε να μοντάρει τα πάντα». Το τέλειο σημείο είναι ένα 3ωρο cut που αργά και σιγά να πρέπει να το φέρεις σε μέγεθος που να μανατζάρεται, η γλύκα του να βρίσκεις τον ρυθμό των σκηνών ώστε να δουλεύουν.

Όταν ο Άλεξ γύρισε το «Her Smell» μου λέει «δε μπορείς αυτή τη φορά να κάνεις καμία από τις μαλακίες σου!». Του είχα αναδομήσει όλο το «Golden Exits» για να βγει νόημα από αυτή την ταινία κι ο Άλεξ συμφωνεί με αυτό, ότι ήταν μια σπουδαία διαδικασία. Και μου λέει τώρα, «Γύρισα αυτό το φιλμ με τρόπο που δε μπορείς να το αλλάξεις στο μοντάζ.» Και λέω, «Α ναι; Κοίτα με!» Αγαπώ την αίσθηση. Σκηνοθετώ, ναι, αλλά είναι όλα για το μοντάζ, όλα για να φτάσω στη διαδικασία του μοντάζ.

[Η ταινία «Η Βασίλισσα της Γης» του Άλεξ Ρος Πέρι, σε μοντάζ Ρόμπερτ Γκριν, είναι διαθέσιμη για streaming στο Cinobo.]

Θέλω πριν κλείσουμε να ζητήσω τις σκέψεις σου για τη φετινή χρονιά που είχαμε εξαιρετική σοδειά ντοκιμαντέρ, με φιλμ όπως το «Time», το «Dick Johnson is Dead» και το «City Hall» μεταξύ άλλων.
Το «Time» είναι η αγαπημένη μου ταινία της χρονιάς και ο Φρέντερικ Γουάιζμαν είναι ο ήρωάς μου. Το να βλέπεις ταινία του είναι τόσο ζεστό, σε ό,τι κάνει με κάνει να αντιδρώ σαν [κάνει πλατύ χαμόγελο ευχαρίστησης] «that’s the good stuff». [γελάει] Είναι αυτή η αίσθηση σα να κάνει κρύο και να βάζεις κάλτσες. Έτσι νιώθω βλέποντας Γουάιζμαν. Και «Dick Johnson» αγαπώ, έκλαψα τόσο πολύ, δε θα μπορέσω να το ξαναδώ, έχασα τον πατέρα μου πρόσφατα και δεν μπορώ να φανταστώ… νομίζω είναι ιδιοφυές και τόσο αστείο και γεμάτο έμπνευση. Όπως και το «Notturno» του Τζιανφράνκο Ρόσι, το «Mayor» του Ντέιβιντ Όσιτ από φετινά.

Αλλά το «Time» είναι εξελιγμένη ταινία. Όλες οι ερωτήσεις που αγγίζουμε εδώ και λίγο, νομίζω το «Time» είναι το επόμενο επίπεδο. Όπως και το «Hale County This Morning, This Evening» ή το «Strong Island». Παίρνουν τις ιδέες… ή δες το περφόρμανς στο «Time». Αυτό που κάνει η Γκάρετ Μπράντλεϊ με τη Φοξ Ριτς είναι ότι βασικά θα αγκαλιάσει τελείως το ότι είναι περφόρμερ και το ότι έχει απόλυτο έλεγχο της κάθε λέξης της και σε προκαλεί να τολμήσεις να σκεφτείς ότι υπάρχει κάτι το μη αυθεντικό πάνω σε αυτό. Σε προκαλεί να καταλάβεις ότι αυτή τον χρειάζεται αυτό τον έλεγχο ως τρόπο να έρθει αντιμέτωπη με το τραύμα της φυλάκισης. Και μετά βλέπεις τα παιδιά της να έχουν κι εκείνα έλεγχο των δικών τους λέξεων και βλέπεις τη δύναμη και την ομορφιά του που κληροδοτείς. Ξαφνικά το περφόρμανς γίνεται τρόπος να υπάρχεις, να μην αφήνεις το ότι είσαι θύμα να σε καταστρέψει.

Είναι εξελιγμένο πράγμα. Ερωτήσεις αν είναι αληθινό ή δεν είναι; Αυτά είναι τόσο εκτός νοήματος. Είναι ένα επίπεδο πιο πάνω, είναι σα να τα έχουμε κάνει ήδη αυτά τα ντιμπέιτ, και έρχεται ως δημιουργός και θα τα αγκαλιάσει όλα σαν εργαλεία. Απόδειξη η πρώτη σκηνή, που βλέπουμε τη Φοξ Ριτς να σκηνοθετεί τον εαυτό της. Έχω συναίσθηση του εαυτού μου, έχεις συναίσθηση ότι έχω συναίσθηση του εαυτού μου, και σε προκαλώ να επιχειρήσεις να με μειώσεις. Γιατί μιλάω την αλήθεια μου. Holy shit!

Και το «Dick Johnson is Dead» το ίδιο. Θολωμένα όρια; Και τι έγινε! Αυτό είναι θεραπεία. Χρησιμοποιείς κάθε τεχνική που μπορείς να σκεφτείς για να δημιουργήσεις αγάπη και θεραπεία και να επιβιώσεις.

0 Σχόλια

Ταξινόμηση κατά

Σχετικά Journal posts

Journal

Εδώ σημειώνουμε όλα όσα θέλουμε να πούμε για το σινεμά του Cinobo, και όχι μόνο. Μάθε τα πάντα για τις Πρεμιέρες, τις Συλλογές και τα Προσεχώς, ενημερώσου για την επικαιρότητα στα Frames, πήγαινε behind the scenes στα Extras και εξερεύνησε πολλά ακόμα στα Misc.

Creative Europe Media
European Union
EPAnEK
elevate web