Το άλμα από αυτές τις υπέροχα αμήχανες πρώτες σκηνές που μοιράζονται οι δυο τους (όπου έρχονται κοντά σαν κάποια μεγάλη ελκτική δύναμη να τους τράβηξε) μέχρι το να φτάσει ο Άχμεντ να γράφει παθιασμένα λόγια για εκείνη, είναι η ουσία του κινηματογραφικού χρόνου. Η Μπουζίντ ακολουθεί τη γνωριμία τους μέσα από το φακό τόσο των προσωπικών τους κόσμων και κοσμοθεωριών (ειδικά σε σχέση με τον εσωτερικό διχασμό που βιώνει ο Άχμεντ για το αν πρέπει να ενδώσει στον πόθο που αισθάνεται για εκείνη), όσο και σε σχέση με τα κοινά πολιτιστικά σημεία αναφοράς που οι δυο τους ανακαλύπτουν και μοιράζονται.
Ερευνούν την αραβική ποίηση, τους σπόρους μιας κουλτούρας της οποίας είναι κι οι δύο απόγονοι, έστω κι αν βρίσκονται σε διαφορετικές γωνιές αυτού του (κοινού) κόσμου. Κάθε κομμάτι κουλτούρας που ανακαλύπτουν αποκτά μια νέα έννοια, αυτή που του δίνουν ο Άχμεντ κι η Φάρα – κι εκείνο με τη σειρά του αλλάζει λίγο τον κόσμο τους. Αυτή την πανέμορφη, θυελλώδη σχέση δύο ανθρώπων (δύο κόσμων!) η Μπουζίντ την κινηματογραφεί με απόλυτη έμφαση στα σώματα και εντοπίζοντας την έλξη και το πάθος ως κάτι αδύνατον να επεξηγηθεί, να μπει σε λέξεις και νοήματα.
Οι λέξεις, η ποίηση, ο πολιτισμός, η διαρκώς επανασχηματιζόμενη ηθική, όλα αυτά είναι εκεί για να μας βοηθήσουν να βάλουμε λογική και νόημα σε κάτι που, τελικά, απλώς βιώνεται. Όπως ακριβώς δηλαδή συμβαίνει και με αυτό το πανέμορφο δεύτερο φιλμ της Τυνήσιας δημιουργού που προβλήθηκε στην Εβδομάδα Κριτικής του Φεστιβάλ Καννών.