Πιστεύεις ότι το βιβλίο είναι καλύτερο από την ταινία;
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, 4 book lovers διαλέγουν μία από τις πάνω από 70 ταινίες που είναι βασισμένες σε βιβλία από την κατηγορία του Cinobo “Από τη Σελίδα στην Οθόνη” και τη συγκρίνουν με το αντίστοιχο βιβλίο. Υπάρχει άραγε νικητής;
Στις 23 Απριλίου είναι η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου και το Cinobo το γιορτάζει αναζωπυρώνοντας το αιώνιο ντιμπέιτ: Είναι το βιβλίο πάντα καλύτερο από την ταινία; Για κάποιους δεν υφίσταται καν σύγκριση, κάποιοι είναι αμετανόητα ταγμένοι υπέρ του ενός ή του άλλου και κάποιοι τα αντιμετωπίζουν σαν αυτόνομα έργα, διαφορετικής αλλά ίσης πολλές φορές αξίας. Ίσως είναι όντως άσκοπο να συγκρίνουμε βιβλία με ταινίες. Είναι διαφορετικά μέσα κι επιτελούν διαφορετικούς σκοπούς. Απώτερος στόχος και των δύο είναι βέβαια η ψυχαγωγία, και προς αυτόν τον κοινό στόχο θα πρέπει βιβλία και ταινίες να συμπορεύονται ως σύμμαχοι και όχι ως ανταγωνιστές. Επειδή όμως πολύς πολιτισμός έπεσε κι επειδή αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει, οι ταινίες είναι καλύτερες, εμείς κερδάμε αδέρφια!
Πέρα από την πλάκα, στο Cinobo αγαπάμε τα βιβλία, γι’ αυτό και έχουμε μια ολόκληρη κατηγορία αφιερωμένη σε ταινίες που βασίζονται σε αυτά. Ρωτήσαμε, λοιπόν, τέσσερις αμετανόητους βιβλιοφάγους να διαλέξουν από μία ταινία μας που αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά κάποιου αγαπημένου τους βιβλίου και να μας πουν την άποψή τους. Είναι επιτυχημένη η συνταγή;
Οι No14me, Diavazontas, Librofilo Booksaficionado και Don’t ever read me βλέπουν αντίστοιχα τα Εγώ και ο Καμίνσκι, Ένα Κάποιο Τέλος, Transit και Τα Χελιδόνια της Καμπούλ και προσπαθούν να μας λύσουν την απορία.
Για όσους κρατάτε σκορ πάντως, Ταινίες – Βιβλία, σημειώσατε Χ.
Εγώ και ο Καμίνσκι
Γιάννης Καλογερόπουλος (No14Me) http://no14me.blogspot.com/
Το μυθιστόρημα Εγώ και ο Καμίνσκι του Ντάνιελ Κέλμαν κυκλοφόρησε το 2003. Το 2015 ο σκηνοθέτης Βόλφγκανγκ Μπέκερ, γνωστός στο ελληνικό κοινό από το Αντίο Λένιν, θα αναλάβει να το μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη.
Ο νεαρός και φιλόδοξος δημοσιογράφος Σεμπάστιαν Τσέλνερ (Ντάνιελ Μπρουλ) γράφει τη βιογραφία του σπουδαίου ζωγράφου Μάνουελ Καμίνσκι (Τζέσπερ Κρίνστενσεν). Ταξιδεύει με προορισμό ένα ελβετικό χωριό χαμένο κάπου στις Άλπεις, εκεί όπου έχει αποσυρθεί ο ζωγράφος, μεγάλος πια σε ηλικία και σχεδόν τυφλός, για να του πάρει συνέντευξη. Η συνάντησή τους ωστόσο θα εξελιχθεί με τρόπο απροσδόκητο!
Ο Μπέκερ πατάει πάνω στο μυθιστόρημα χωρίς να εγκλωβιστεί όμως σ’ αυτό, πετυχαίνοντας να διατηρήσει το ύφος της πρόζας του Κέλμαν. Στα πρότυπα του Πολίτη Κέιν συνθέτει μια εισαγωγική σεκάνς, που δεν υπάρχει στο βιβλίο, για να συστήσει στον θεατή τον βίο και την πολιτεία του επινοημένου ζωγράφου. Το μεγάλο αβαντάζ της κινηματογραφικής μεταφοράς έγκειται στην οπτικοποίηση της ζωγραφικής του Καμίνσκι, την οποία ο Μπέκερ χρησιμοποιεί και στο μοντάζ ως γέφυρα μεταξύ των κεφαλαίων. Ταυτόχρονα, στην ταινία αποτυπώνεται πειστικότερα η εξέλιξη της σχέσης ανάμεσα στους δύο κεντρικούς χαρακτήρες, κάτι που οφείλεται και στη χημεία μεταξύ των ηθοποιών.
Εν ολίγοις, η μεταφορά «από τη σελίδα στην οθόνη» απαιτεί μαστοριά, την οποία ο Μπέκερ επιδεικνύει.
Ξεγελώντας τις εικόνες
Κατερίνα Μαλακατέ (Diavazontas) http://diavazontas.blogspot.com/
Σπάνια βλέπω ταινίες βασισμένες σε βιβλία που αγαπώ, κι ο λόγος είναι απλός, δύσκολα μπορεί η εικόνα να αποτυπώσει το βάθος του κειμένου. Είμαι εξάλλου πολύ διαλλακτικός άνθρωπος κι οπαδός του γνωστού ρητού «Το βιβλίο ήταν καλύτερο». Έτσι μάλλον διστακτικά διάλεξα το «Ένα Κάποιο Τέλος» (The Sense of an Ending) του Ριτές Μπάτρα, βασισμένο στο πολύ αγαπημένο μου ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζούλιαν Μπαρνς που πήρε το Booker το 2011.
Κεντρικός χαρακτήρας ο Τόνυ, συνταξιούχος με ένα μικρό μαγαζί με μεταχειρισμένες φωτογραφικές μηχανές που μιλάει πια σε ελάχιστους ανθρώπους, οριακά στην πρώην γυναίκα του και την έγκυο κόρη του. Ώσπου λαμβάνει ένα γράμμα, μια γυναίκα τού έχει αφήσει κληρονομία το ημερολόγιο του καλύτερου του φίλου στο Κολλέγιο, και λίγα λεφτά. Έτσι αρχίζει το παιχνίδι της μνήμης με συνεχή φλας μπακ.
Ο πρωταγωνιστής Τζιμ Μπρόουντμπεντ δίνει ενδιαφέρουσα ερμηνεία, το ίδιο και η Σάρλοτ Ράμπλινγκ, που ενσαρκώνει την τότε κοπέλα του στο παρόν. Μα εκ των πραγμάτων η μεταφορά της ιστορίας είναι προβληματική. Στο μυθιστόρημα έχουμε έναν πρωτοπρόσωπο αφηγητή, τον Τόνυ, που στο πρώτο μέρος αφηγείται τι έγινε στα νεανικά του χρόνια με την πρώτη του σχέση και τον κολλητό του, ενώ στο δεύτερο μέρος, που ξετυλίγεται στο παρόν, αντιλαμβανόμαστε τις ρωγμές του χαρακτήρα, το πόσο αναξιόπιστος αφηγητής είναι ακόμα κι όταν αφηγείται τη ζωή του.
Όλα αυτά στην ταινία χάνονται. Έχουμε ένα αισθαντικό και κάπως νοσταλγικό φιλμ, με καλούς ηθοποιούς, όμως η κορύφωση δεν έρχεται. Πώς να φτιάξεις μια πρωτοπρόσωπη αναξιόπιστη αφήγηση σε εικόνες, πώς να δείξεις αυτόν τον άντρα που ξεγελά τον εαυτό του; Πιθανολογώ πως θα προσπερνούσα την ταινία, είναι για να περάσεις καλά ένα κυριακάτικο απόγευμα. Μα είναι αδύνατο να μη θυμάσαι το βιβλίο, πρόκειται για το καλύτερο ενός σπουδαίου γραφιά, σφιχτοδεμένο και στιβαρό∙ μια γροθιά σε όλες μας τις βεβαιότητες.
Για το «Transit» του Christian Petzold
Άγης Αθανασιάδης (Librofilo Booksaficionado) http://librofilo.blogspot.com/
Υπόδειγμα κινηματογραφικής μεταφοράς ενός λογοτεχνικού αριστουργήματος στη μεγάλη οθόνη, αποτελεί το «Transit», η ταινία του Γερμανού σκηνοθέτη Κρίστιαν Πέτζολντ (δημιουργού εκτός άλλων και των εξαιρετικών ταινιών «Barbara» και «Το Τραγούδι του Φοίνικα»), που όχι μόνο σεβάστηκε το σπουδαίο μυθιστόρημα της συμπατριώτισσάς του, Άννα Ζέγκερς (1900-1983), αλλά πρόσθεσε μια διαφορετική νότα στο βαθιά υπαρξιακό πρωτότυπο κείμενο.
Το (αυτοβιογραφικό) μυθιστόρημα της Ζέγκερς, έχει ως ήρωα έναν Γερμανό άντρα, ο οποίος έχει διαφύγει από το στρατόπεδο συγκέντρωσης που ήταν έγκλειστος, βρίσκεται στο Παρίσι όταν εισβάλλουν οι Ναζί και από ένα γύρισμα της τύχης, οικειοποιείται την ταυτότητα και τα χαρτιά ενός συμπατριώτη του αυτόχειρα συγγραφέα, που βρίσκει σε ένα ξενοδοχείο του Παρισιού. Στα χαρτιά υπάρχει και η έγκριση βίζας για το Μεξικό, εκείνου και της συζύγου του, η οποία μόλις τον έχει εγκαταλείψει.
Ο άντρας αλλάζει την φωτογραφία στο διαβατήριο του νεκρού και με τα χαρτιά ανά χείρας, φτάνει στη Μασσαλία και παίρνει τη βίζα από το Μεξικανικό προξενείο. Εκείνο που απομένει είναι να εξασφαλίσει τις άδειες διέλευσης (transits) από τα λιμάνια που θα σταματήσει το πλοίο μέχρι να φτάσει στο Μεξικό. Τον συγγραφέα ψάχνει και η γυναίκα του, που ξέρει ότι συμπεριλαμβάνεται στη βίζα και την ενημερώνουν ότι ο σύζυγός της βρίσκεται στη πόλη. Οι Ναζί πλησιάζουν και ο ήρωας μπλέκει σε ένα γαϊτανάκι γραφειοκρατικών καθυστερήσεων, ατελείωτων αναμονών, απελπισίας καθώς οι μέρες δεν περνάνε και η διαμονή σε αυτή τη «no man’s land» που είναι η Μασσαλία δεν τελειώνει.
Ο Πέτζολντ τοποθετεί την ιστορία της Ζέγκερς σε ένα άχρονο πλαίσιο, όπου την ατμόσφαιρα πολιορκίας και την αποπνικτική αίσθηση που διαπερνάει τους χαρακτήρες της ταινίας, εντείνουν οι συνεχείς σειρήνες των περιπολικών και ο οπλισμένος στρατός που βρίσκεται συνεχώς στο δρόμο συλλαμβάνοντας τους ύποπτους. Ο τόπος κατονομάζεται, είναι σαφές πως πρόκειται για το λιμάνι της Μασσαλίας, όλα συνηγορούν ότι επίκειται μια καταστροφή και οι άνθρωποι συνωστίζονται για ένα transit στα Προξενεία. Με αυτόν τον τρόπο, ο Γερμανός σκηνοθέτης, τονίζει ότι τίποτα ουσιαστικά δεν αλλάζει μέσα στο χρόνο, απλά τα ονόματα.
Η κάμερα ακολουθεί τα βήματα του πρωταγωνιστή, σε ένα εφιαλτικό σκηνικό, όπου τίποτα δεν αποκαλύπτεται στον θεατή, αφήνοντάς τον να συμπάσχει με τους χαρακτήρες της ταινίας, σε ένα καθαρτήριο ψυχών όπου διέξοδος δεν υπάρχει από πουθενά.
Το «Transit» είναι μια φιλοσοφική ταινία που «αιχμαλωτίζει» τον θεατή, ο οποίος σαν τον πρωταγωνιστή δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτή την ιδιότυπη φυλακή.
Τα Χελιδόνια της Καμπούλ
Αγιάτη Μπενάρδου (Don't Ever Read Me) https://donteverreadme.wordpress.com/
Το 2D animation έχει κατορθώσει να αποτυπώσει εξαίσια και να αναδείξει ευαίσθητα θέματα ταυτότητας ή δύσκολα ιστορικά γεγονότα, από εκείνα με τα οποία η σύχρονη Τέχνη συχνά φλερτάρει αλλά σπανιότερα κατακτά. Το Περσέπολις (Persepolis) της Μαρζάν Σατραπί μεταφέρεται το 2007 στη Μεγάλη Οθόνη σε μία συνεργασία της δημιουργού με τον Βενσάν Παρονό αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές και καθηλώνοντας με το είδος το ευρύτερο κοινό. Ένα χρόνο μετά, ο Άρι Φόλμαν παρουσιάζει το εμβληματικό πλέον «Βαλς με τον Μπασίρ» (Waltz with Bashir), και οι κινούμενες εικόνες του μας βρίσκουν άφωνους, αμήχανους και συγκινημένους μπροστά στις σφαγές στα στρατόπεδα προσφύγων Σάμπρα και Σατίλα. To 2017 η Νόρα Τούμεϊ υπογράφει το λυρικό The Breadwinner βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα της Ντέμπορα Έλλις (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη με τίτλο “Στον αγώνα για το ψωμί” σε μετάφραση Λείας Χατζοπούλου-Καραβία), και μας συστήνει το εφιαλτικό σύμπαν των γυναικών της Καμπούλ υπό το καθεστώς των Ταλιμπάν.
Σε αυτό το είδος ανήκει το «Τα Χελιδόνια της Καμπούλ» (The Swallows of Kabul), μία δημιουργία των Ζαμπού Μπρεϊτμάν και Ελεά Γκομπέ-Μεβεγιέκ. Οι δύο Γαλλίδες εμπνέονται από το βραβευμένο μυθιστόρημα του Αλγερινού Μοχάμεντ Μουλεσεχούλ που γράφει με το γυναικείο ψευδώνυμο Yasmina Khadra. Το βιβλίο, που κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2004 με τίτλο Τα Χελιδόνια της Καμπούλ σε μετάφραση Ζεραλντίν Μπιενκούρ και Μιχάλη Μακρόπουλου για τις εκδόσεις Καστανιώτη αλλά δείχνει δυστυχώς εξαντλημένο, δεν είναι παρά ένα υφαντό της ζωής και της μοίρας δύο ζευγαριών στην Καμπούλ των Ταλιμπάν. Η μεταφορά του βιβλίου σε ένα ιμπρεσιονιστικής αισθητικής 2D animation που ενίοτε θυμίζει ακουαρέλα, και η συγκλονιστική μουσική υπόκρουση, είναι μία από τις σπαρακτικότερες αποτυπώσεις της τρομοκρατίας, της αυτοθυσίας, του ερωτικού πάθους. Η ταινία ολόκληρη είναι ένας ύμνος στην ελευθερία όταν όλα μοιάζουν να καταρρέουν.
Η ταινία Ξεγελώντας τις εικόνες είναι διαθέσιμη online στο Cinobo