Σε μια μικρή πόλη στο Δέλτα του Νείλου, η Σουάντ, μια δεκαεννιάχρονη κοπέλα, ζει διπλή ζωή: την αληθινή, που καθορίζεται από τη συντηρητική αιγυπτιακή κοινωνία, και τη μυστική, αυτή του διαδικτύου. Μια σειρά γεγονότων οδηγεί τη Ραμπάμπ, τη δεκατριάχρονη αδελφή της, σε ένα ταξίδι αναζήτησης απαντήσεων και στην αντιμετώπιση των τραγικών συνεπειών τους.
Η πρόταση της Αιγύπτου για τα φετινά Όσκαρ είναι μια φρέσκια ματιά στις ταινίες ενηλικίωσης, που μιλά με άμεσο τρόπο για τις διπλές ζωές που προκύπτουν όταν από τη μια πλευρά υπάρχουν συντηρητικές κοινωνικές απόψεις και από την άλλη ο «παράδεισος» των social media όπου μπορείς να είσαι όποιο άτομο θέλεις.
«Βρίσκω τρομερά εντυπωσιακό το πόσο το ίντερνετ έχει αλλάξει τις ανθρώπινες σχέσεις, ειδικά στην Αίγυπτο όπου υπάρχει πολύ λίγος χώρος για τους ανθρώπους να είναι ο εαυτός τους», εξηγεί η σκηνοθέτης Αϊτέν Αμίν μιλώντας για τη σχέση αληθινής ζωής και ψηφιακού κόσμου όπως ενέπνευσε το έργο της.
«Μιλάμε για μια χώρα όπου με το που θα βγεις από την πόρτα του σπιτιού σου, υποχρεώνεσαι να επιδείξεις μια διαφορετική περσόνα, ειδικά αν είσαι γυναίκα. Είναι κάτι που έχω κοινό με τις δυο πρωταγωνίστριες, τη Σουάντ και τη Ραμπάμπ, παρά τις διαφορές μας», συνεχίζει. «Ως γυναίκα στην Αίγυπτο, υποχρεώνεσαι να υιοθετήσεις άλλο προσωπείο για να προστατευτείς και να είσαι ασφαλής».
Όμως από την άλλη, προειδοποιεί, «η ελευθερία που προσφέρει το διαδίκτυο είναι τεχνητή και ψεύτικη, δεν μπορείς να τη νιώσεις στην αληθινή ζωή, κάτι που καταλήγει να σε εξοργίσει». Κάτι που τελικά καταλήγει ως ιδέα μέσα στην καρδιά του δράματος του φιλμ της. «Έτσι και για τη Σουάντ, στον ψηφιακό κόσμο τής επιτρέπεται να ζει τη ζωή που ονειρεύεται, χωρίς καμία ενοχή. Το κινητό τηλέφωνο -που ως συσκευή είναι ένας από τους συμπρωταγωνιστές της ταινίας- είναι μια φανταστική πύλη όπου βρίσκεται αποκλειστικά η δεύτερη, κρυφή ζωή της».
Η ταινία αποτέλεσε συνεργασία της Αμίν με τον Μαχμούντ Εζάτ, ο οποίος είναι social media influencer, ποιητής και συγγραφέας διηγημάτων. «Κατά τη διάρκεια της Αιγυπτιακής Επανάστασης του 2011, είχε χιλιάδες followers και γνώρισε από κοντά ορισμένους, ανάμεσά τους και κοπέλες που ζούσαν σε μικρές αιγυπτιακές πόλεις», θυμάται η Αμίν.
«Με σύστησε σε κάποιες από αυτές, μερικές εκ των οποίων πέρασαν οντισιόν για την ταινία. Οι οντισιόν ξεκίνησαν πριν καν γράψουμε το σενάριο, αφού συζητούσαμε με τα ίδια τα κορίτσια ιδέες για σκηνές, μας μιλούσαν για τη ζωή τους, μάλιστα ένας χαρακτήρας είναι βασισμένος σε μια απ’ αυτές. Όταν γνωρίσαμε τα κορίτσια που τελικά πρωταγωνίστησαν στην ταινία, κάναμε συναντήσεις αυτοσχεδιασμού, πρόβες που βιντεοσκοπούνταν, και με βάση αυτό το υλικό γράφτηκε το τελικό σενάριο».
Τελικά πρόκειται για μια ταινία που, σε κάθε στάδιο της δημιουργίας και της σύλληψής της, αντλεί αλήθειες από τον κόσμο γύρω της. Τόσο από τον φυσικό, όσο κι από τον ψηφιακό.