Αντλώντας υλικό από τρία graphic novels του Άντριαν Τομάιν και με 2 εξαιρετικές συνεργάτιδες στο σενάριο (Σελίν Σιαμά και Λεά Μίσιους), ο βετεράνος Ζακ Οντιάρ κατάφερε να αποτυπώσει στην κάμερά του την επιρροή της εποχής στο αέναο κυνήγι της ευτυχίας των νέων που πηγαίνουν στη μεγαλούπολη γεμάτοι όνειρα. Δεν είμαστε πλέον στο Παρίσι της Nouvelle Vague αλλά σε αυτό του 21ου αιώνα, όπου όλα γίνονται γρηγορότερα και κάποιες φορές ίσως και πιο δραματικά. Ο Ζακ Οντιάρ έγραψε μια σειρά από σκέψεις που συνόδευσαν την κυκλοφορία της ταινίας του, προσπαθώντας να χωρέσει αναφορές και ιδέες σε λίγες γραμμές.
«Στην αρχή υπήρχαν τα τρία graphic novels του Άντριαν Τομάιν. Μου άρεσε η συντομία τους, το διακριτικό τους βάθος, οι χαρακτήρες οι γεμάτοι σπιρτάδα και μελαγχολία, η αριστοτεχνική χρήση των ελλείψεων και το πώς αντιμετωπίζουν τον κάθε άνθρωπο σαν μια μικρή, αξεδιάλυτη άβυσσο.
Πριν από αυτή την αφορμή, είχα καιρό την επιθυμία να γράψω μια κωμωδία. Συνδέοντας την κωμωδία με το έργο του Τομάιν, μπόρεσα να φτιάξω μια ιστορία με πολλές διακυμάνσεις, αντικατοπτρίζοντας τους χαρακτήρες του Τομάιν. Ένα διακριτικά φτιαγμένο φιλμ, του οποίου οι ήρωες, παρόλα αυτά, θα μιλούσαν συνέχεια.
Στην αρχή της αρχής, υπήρχε το Μια Νύχτα με τη Μωντ του Ρομέρ, και -ασυνείδητα- η επιθυμία μια μέρα να κάνω μια ταινία για τον ερωτικό λόγο, ή πιο συγκεκριμένα: πότε και πώς μιλά κανείς για τον έρωτα σήμερα; Στο Μια Νύχτα με τη Μωντ, δύο άντρες και μια γυναίκα, αλλά κυρίως ένας άντρας και μια γυναίκα, μιλάνε όλο το βράδυ. Μιλάνε για τα πάντα: για τους εαυτούς τους, φυσικά, αλλά επίσης για τον Θεό, τον Μπλεζ Πασκάλ, το χιόνι, τη ζωή στην επαρχία, τη γοητεία των νεαρών Καθολικών κοριτσιών κ.ο.κ. Στο τέλος, αν κι έχουν φανερωθεί κι αναγνωριστεί όλα τα σημάδια της αμοιβαίας έλξης, κι αν και θα έπρεπε να πέσουν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και να ερωτευτούν, δεν το κάνουν. Γιατί; Επειδή τα πάντα έχουν ειπωθεί και η σαγήνη, ο ερωτισμός και ο έρωτας έχουν διοχετευθεί εξ ολοκλήρου μέσα από τις λέξεις. Το να υπάρξει οποιαδήποτε συνέχεια θα ήταν περιττό.
Πώς θα εξελισσόταν μια τέτοια κατάσταση σήμερα όπου μας προσφέρεται το ακριβώς αντίθετο; Τι συμβαίνει πραγματικά στην εποχή του Tinder και του «σεξ από το πρώτο ραντεβού»; Μπορεί να υπάρξει ερωτικός λόγος σ’ αυτές τις συνθήκες; Ναι, φυσικά, πώς θα μπορούσε κανείς να αμφιβάλλει γι’ αυτό. Αλλά σε ποιο σημείο ξεκινά να υπάρχει; Ποιες είναι οι λέξεις, ποια τα πρωτόκολλα; Αυτό είναι ένα βασικά αφηγηματικά νήματα στο Παρίσι, 13ο Διαμέρισμα.»